Thursday 11 March 2010

Το σύνδρομο της φανταστικής αρτιμέλειας


que pena, no perder a veces la cabeza


Αυτό το κείμενο είναι χαζά μεγάλο και στριφνό. Το ανεβάζω μόνο επειδή με ταλαιπώρησε πολύ καιρό και το λυπάμαι. Προσωπικά, θα βαριόμουν να το διαβάσω αν δεν ήταν δικό μου. Επίσης δηλώνω once and for all πως η υβριστική μερίδα του λεξιλογίου, εδώ όπως και σε όλα τα κείμενα που πιθανώς θα ακολουθήσουν, δεν οφείλεται σε εντυπωσιαστική απενοχοποίηση –του κώλου-αλλά σε υπερβολική εμπλοκή στα γραφόμενα. Την ειλικρινή συγγνώμη μου σε όποιον ενοχλείται. Σοβαρά.

Εδώ και καιρό με προβληματίζει ο χαμός που δημιούργησε μέσα στο ταραγμένο μου κεφάλι (μα, φυσικά) το «Théorème dAlmodovar» του Καταλανοϊταλού και γαλλογράφου Antoni Casas Ros.

O Antoni είναι συγγραφέας. Καλός. Δομημένος (ως μαθηματικός, μάλλον-κάποιες στιγμές γίνεται cliché, αλλά όλοι μας πού και πού, κι ας ζούμε για να το καίμε το ρημάδι). Ο Antoni είναι παραμυθάς: η αυτοβιογραφία της σκέψης επιβάλλει το παραμύθι της, μπας και επικοινωνηθεί λίγη αλήθεια.

«είμαι ένα ωραίο περήφανο ελάφι που μου κάβλωσε και κατέβηκα στην πόλη πήγε να με αποφύγει καρφώθηκε σ’ ένα δέντρο»:

ο Antoni είναι παραμορφωμένος. End of drama. Αυλαία (ανοίγει).

Δεν ξέρω τι είναι το πρόσωπο. Έχω ερωτευτεί πρόσωπα και ξέρω ότι τα έχω ερωτευτεί γιατί βλέπω πρόσωπα που τους μοιάζουν και τα ξαναερωτεύομαι (βλακωδώς;). Ο Shakespreare αναρωτιέται τι είναι το όνομα και το υποσκελίζει, και αναζητά την ταυτότητα στη μορφή: ένα τόσο δα σύμπλεγμα από οστά βαλμένα κάπως κι από εύθραυστους μυς κι από εύθραυστο δέρμα. Αιώνες πριν η Φρύνη· άλλος υπέροχος σωρός κόκαλα και σάρκα. Άλλος φάρος της εικόνας. Το κρέας μπροστά για να σωθεί η ψυχή (στα χεράκια του Λόγου).

Ο Antoni, όμως, είναι το δώρο του εαυτού του στον εαυτό του. Πήρε μια αποτρόπαια αναπηρία και την αποκατέστησε ως εφαλτήριο για μια σειρά αρνητικών επιλογών που όλοι θα κάναμε, αν είχαμε αρχίδια ν’ αξιώνουμε την πεντακάθαρη ζωή. Παίζει και να χρυσώνει το χάπι για να αποφύγει την τρέλα, αλλά, ακόμα κι έτσι, εμένα μού ακούγεται ειλικρινής. Εξηγώ: Η καθημερινή πράξη είναι η όμορφη κι αθώα πηγή των απλών ηδονών. Πάμε στον Άδωνι για καφέ. Είναι όμως και η αιτία της ύποπτης –και μακροπρόθεσμα καταστροφικής- επαφής με το μαζικό ναρκωμένο αισθητήριο. Θα πνιγόμουν χωρίς των εκλεκτών μου την καλημέρα, μα το ίδιο πνίγομαι κι από τη συμβατική επικοινωνία των γνωστών-και-άγνωστων τριγύρω.

Ο Casas Ros, μέσα στο μικρό του κουτάκι της Πανδώρας κρατάει ακόμα την επιλογή. Και λέει πως την κρατάει ακριβώς επειδή πέταξαν όλα τα υπόλοιπα. Νομίζω, είναι αντιληπτό: πώς θα αντιδρούσα, αν δεν χρειαζόταν να περιφέρω το πρόσωπό μου στο σπίτι και στην αγορά κάθε μέρα; [μαμά, θα μ’ αγαπάς αν δεν κάνω διδακτορικό; Ε., θα με θαυμάζεις;] Αν οι σημερινές μου πράξεις δεν αντιστοιχούσαν στη σημερινή και αυριανή μου εικόνα, γιατί απλώς δε θα είχα εικόνα; Μία προφανής πιθανότητα είναι η εγκληματική συμπεριφορά (ή η πλήρης αδιαφορία), που πάντα ελλοχεύει εκεί που βρίσκεται και η μεγάλη ανάσα ελευθερίας (εξαρτώμενη, καλώς –και μόνο έτσι αξίζει- αλλά δυστυχώς, από μια τόση δα στιγμούλα προσωπικής επιλογής). Μια άλλη πιθανότητα, δυσκολότερη –και αυτό ακριβώς είναι που κάνει τον εν λόγω άνθρωπο πιστευτό-, είναι η αποδέσμευση από τη σύμβαση και η βίωση μιας καθημερινότητας που διέπεται μόνο από τον κανόνα της ειλικρίνειας και της αφοσίωσης στον εαυτό. Αυτό το τελευταίο ειπωμένο όχι εγωιστικά: απλώς χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψη η έξωθεν προσδοκία. Γιατί το κατεστραμμένο πρόσωπο είναι μια καλή πρόφαση. Όχι ότι χρειάζεται καθόλου δικαιολογία για την ασυμβατική ζωή, απλά για να αποφύγει κανείς ευκολότερα το δρακόντειο σύστημα ενοχών που υποβαστάζει, μ.Χ., τις πεπατημένες. Enough· κλακέτα του φινάλε:

Στην πόρτα του ρουχάδικου Abercrombie and Fitch, στέκει ένας μόντελος με φέτες κι άλλοι δυο τρεις. Για φωτογραφίες με τους τουρίστες (ξένους και ντόπιους). Για την πολυπόθητη προσέγγιση στην ομορφιά (τι ‘σαι συ αγόρι μου). Για την αιώνια γαμημένη βασανιστική διερώτηση πώς θα επέλεγα να είμαι αν δεν ήμουν όπως είμαι και αν μπορώ ή θέλω να αλλάξω την εικόνα ή την ουσία ή το ηλίθιο κεφάλι μου ή ο,τιδήποτε τελικά. Ψυχραιμία, χαζούλη.

Μη με παρεξηγείτε. Το χρειάζομαι το πρόσωπό μου -για να μη μείνω μόνος. Για να μου αντιστοιχεί λίγη επικοινωνία από τους άλλους αρτιμελείς. Αλλά η αρτιμέλειά μας είναι –μού φαίνεται- λίγο φανταστική. Γιατί πάνω της αποθέσαμε ένα φορτίο που φύσει δε μπορεί να στηρίξει. Γιατί αυτά που μπορεί (και, στα σημερινά και δύσκολα, πρέπει) να νιώθει κανείς είναι πολλά, αμέτρητα.

Και το πρόσωπο είναι βία μια λίβρα κρεατάκι.

No comments:

Post a Comment